Το πρώτο τρίτο του 20ου αιώνα απετέλεσε για την Ισπανία, όπως και για μεγάλο μέρος της Ευρώπης, μια περίοδο γεμάτη από επαναστάσεις, πραξικοπήματα και έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο που επηρέασε με πολλούς και διαφόρους τρόπους την παγκόσμια κοινή γνώμη. Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος ήταν, κατά πολλούς, το προοίμιο της ένοπλης αντιπαράθεσης των μεγάλων ιδεολογιών του 20ου αιώνα, του κομμουνισμού, του φασισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που κορυφώθηκε λίγο αργότερα με το ξέσπασμα του Β΄ παγκοσμίου πολέμου. Ξεκινώντας στα 1936 ο πόλεμος αυτός απώλεσε σταδιακά τα εθνικά χαρακτηριστικά του και διεθνοποιήθηκε. Στα εδάφη της Ιβηρικής το φασιστικό μπλοκ (Γερμανία και Ιταλία) συγκρούστηκε με το κομμουνιστικό μπλοκ ( Ε.Σ.Σ.Δ.) δια αντιπροσώπων… Βρέθηκαν να πολεμούν άνθρωποι από όλο τον κόσμο είτε ενάντια στους φασίστες, είτε ενάντια στους κομμουνιστές. Ο πόλεμος αυτός αξιοποιήθηκε από τα αντίπαλα μπλοκ, ώστε να δοκιμαστούν νέα όπλα και στρατηγικές καθώς και να αναζητηθούν τυχόν νέες πολιτικές συμμαχίες.
Ήδη από το 1923 μέχρι και το 1930 την Ισπανία κυβερνούσε απολυταρχικά ο στρατηγόςΜιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα. Μετά τον θάνατο του ο βασιλιάς της Ισπανίας Αλφόνσος ΙΓ΄ κήρυξε την αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και έτσι στις τοπικές εκλογές του Απριλίου του 1931 οι δημοκρατικές δυνάμεις επικράτησαν, η Ισπανία ανακηρύχτηκε αβασίλευτη δημοκρατία και ο βασιλιάς έφυγε από την χώρα. Η νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε αντιμετώπισε ανυπέρβλητες δυσκολίες εξαιτίας κυρίως της φύσης της ισπανικής κοινωνίας. Η Ισπανία έπρεπε ταχύτατα να μπει σε μια διαδικασία εκσυγχρονισμού όλων των τομέων της κοινωνίας της που χαρακτηριζόταν, ειδικά στον αγροτικό τομέα, από αναχρονιστικούς, σχεδόν φεουδαρχικούς θεσμούς, ενώ οι πολιτικές δυνάμεις έπρεπε να φέρουν σε πέρας την όλη διαδικασία μέσα σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο, που προκαλούσε ρίγη τρόμου στους συντηρητικούς κύκλους των στρατιωτικών, των ιερωμένων και των μεγαλοκτηματιών. Κυρίαρχη από αιώνες η παρουσία της εκκλησίας στην Ισπανία ήλεγχε εξ ολοκλήρου την παιδεία του ισπανικού λαού και παρείχε αμέριστη υποστήριξη στους μεγαλοκτηματίες και στις στρατιωτικές ελίτ έχοντας ουσιαστικά αλυσοδέσει πνευματικά τον λαό στο άρμα του καθολικού εθνικισμού. Έτσι η νέα κυβέρνηση προέβη στον χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος, παραχώρησε θρησκευτική ελευθερία, εθνικοποίησε την εκκλησιαστική περιουσία και διέλυσε το τάγμα των Ιησουϊτών. Παράλληλα ιδρύθηκαν χιλιάδες νέα μη εκκλησιαστικά σχολεία και ξεκίνησε μια εντατική και αξιέπαινη προσπάθεια να διαφωτιστούν οι εργατικές και αγροτικές μάζες. Μπροστάρης στον αγώνα αυτό ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα ο οποίος ως οργανωτής της «Μπαράκα», του πανεπιστημιακού θεατρικού θιάσου, όργωνε την επαρχία δίνοντας παραστάσεις για τον απλό λαό. Η δολοφονία του τον Ιούλιο του 1936 αποτέλεσε το ορόσημο για την συμμετοχή πολλών άλλων διανοούμενων στον εμφύλιο που πλησίαζε. Επίσης έπρεπε να αντιμετωπιστεί και το ζήτημα των αυτονομιστικών τάσεων περιοχών όπως η Καταλονία, που έγινε αυτόνομη τον Σεπτέμβρη του 1932, καθώς και των Βάσκων της βόρειας Ισπανίας. Σε πολλές μάλιστα περιοχές που οι υπήρχαν χιλιάδες ακτήμονες κολίγοι, όπως στην επαρχία της Εξτρεμαδούρα, οι εξαθλιωμένοι αγρότες προχώρησαν σε αναδιανομή της γης ενώ, σε πολλές βιομηχανικές πόλεις, όπως η Βαρκελώνη, οι αναρχικοί οργάνωναν την αυτοδιοίκηση των εργοστασίων. Η κατάσταση αυτή όπως ήταν φυσικό συσπείρωσε τους δεξιούς, που βρήκαν στο πρόσωπό του Χοσέ Μαρί Γιλ Ρόμπλες τον ηγέτη της Καθολικής Δεξιάς (CEDA). Το νέο καθεστώς στα μάτια των μετριοπαθών δεξιών που είχαν πίστη στο τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» ήταν υπερβολικά ανατρεπτικό. Άλλωστε η δημοκρατία στην Ισπανία, όπως και σε άλλες χώρες, δεν είχε μεγάλη παράδοση καθώς στο μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα οι πολιτικές δυνάμεις αναρριχούνταν στην εξουσία μέσω πραξικοπημάτων και όχι με εκλογές. Η κοινωνική αναταραχή κορυφώνεται με την εκλογική νίκη της δεξιάς στις εκλογές του 1933, ενώ τον Οκτώβριο του 1934 η κυβέρνηση αυτή πνίγει στο αίμα το απεργιακό κίνημα της Αστουρίας. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση η ΚΟΜΙΝΤΕΡΝ επιτρέπει την ένωση των κομμάτων της αριστεράς σε ένα ενιαίο Λαϊκό Μέτωπο το οποίο και κερδίζει τις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1936. Στην επικράτηση του Λαϊκού Μετώπου οι σχηματισμοί της ισπανικής Δεξιάς είδαν το προοίμιο της σοβιετοποίησης της Ισπανίας…
Η αντίδραση των δεξιών κομμάτων δεν άργησε να εκδηλωθεί. Στρατεύματα που στάθμευαν στο Ισπανικό Μαρόκο μεταφέρθηκαν με ιταλικά και γερμανικά μεταγωγικά αεροπλάνα και πλοία στην Ισπανία και τέθηκαν κάτω από τις διαταγές του στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο. Ο στρατός αυτός των εθνικιστών αφού προήλασε κατά μήκος των πορτογαλικών συνόρων ετοιμάστηκε τον Οκτώβριο του 1936 να επιτεθεί στην Μαδρίτη. Έχοντας υπό τις διαταγές του τον σκληροτράχηλο «μαροκινό» κλάδο του ισπανικού στρατεύματος με 47.000 άνδρες, τους «Africanistas», ξεκίνησε να πατάξει τους απάτριδες κομμουνιστές… Το «alzamiento» (κίνημα) του στρατηγού Φράνκο δεν φαίνεται να είχε κάποια συγκεκριμένη ιδεολογική πλατφόρμα πέρα από το μίσος προς κάθε τι αριστερόστροφο… Απουσίαζε κάθε ίχνος πολιτικοποίησης, ενώ εξυμνούταν η τεχνολογική πρόοδος και η στρατιωτική ιεραρχία. Βασικός στόχος των στασιαστών ήταν η ανατροπή της κυβέρνησης που είχε προκύψει από τις εκλογές του 1936 καθώς και ο τερματισμός της δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος. Στους κόλπους των Φρανκιστών εντάχθηκαν όλοι οι δυσαρεστημένοι με την τροπή των πολιτικών πραγμάτων υπέρ της δημοκρατίας. Η Φάλαγγα (FET, Παραδοσιαρχική Ισπανική Φάλαγγα) που είχε ιδρυθεί από τον Χοσέ Αντόνιο, γιο του πρώην δικτάτορα Πρίμο Δε Ριβέρα, είχε ως σκοπό «αν ξεσπάσει σοσιαλιστική επανάσταση[...] η Φάλαγγα πλαισιωμένη από την πολιτοφυλακή, θα καταλάβει κάποια χωριά και ίσως μια επαρχία και θα κηρύξει Εθνική επανάσταση». Πάντως κατά την στρατιωτική ανταρσία ο ρόλος της ήταν να φέρνει σε πέρας τη «βρώμικη» δουλειά, την «limpieza», εκκαθαρίζοντας τα μετόπισθεν από τους εχθρούς του «εθνικού κινήματος». Στο πλευρό του Φράνκο συντάχτηκαν και οι βασιλόφρονες Καρλιστές με την φοβερή πολιτοφυλακή τους, τους «requetes», καθώς και οι επίσης βασιλόφρονες, αλλά αντίπαλοι των Καρλιστών, οι Αλφονσιστές. Υποστήριξη, τουλάχιστον κατά τα δυο πρώτα έτη του εμφυλίου, στον Φράνκο παρείχε και το ενωμένο κόμμα της Ισπανικής Συνομοσπονδίας Αυτόνομης Δεξιάς (CEDA). Τον Νοέμβριο του 1936 ο Φράνκο θα κατευθυνθεί προς την πρωτεύουσα Μαδρίτη με σκοπό να την καταλάβει. Ο στρατηγός Εμίλιο Μόλα, εκ των πρωταιτίων του πραξικοπήματος, προελαύνοντας με τέσσερις φάλαγγες προς την πρωτεύουσα, στήριζε πολλά στην… «πέμπτη» φάλαγγα που αποτελούταν από φιλοχουντικούς που δρούσαν μέσα στην πρωτεύουσα… Έκτοτε οι«πεμπτοφαλαγγίτες» έγιναν συνώνυμο των προδοτών που δρουν μέσα στις τάξεις εκείνων που αμύνονται εναντίον εξωτερικών εχθρών.
Απέναντι τους το Λαϊκό Μέτωπο του Λάργκο Καμπαλέρα, του «Ισπανού Λένιν» όπως αποκαλούνταν, που μόλις είχε αναλάβει καθήκοντα προέδρου, αντέταξε πετυχημένη άμυνα και παρά το ότι η πόλη πολιορκήθηκε για τέσσερις μήνες δεν έπεσε. Εδώ ακούστηκε και το περίφημο «No pasaran» από τους υπερασπιστές της δημοκρατικής Μαδρίτης. Ο συνασπισμός των δημοκρατών αποτελούταν από όλες τις αποχρώσεις της αριστεράς, από μετριοπαθείς μεταρρυθμιστές μέχρι αναρχικούς. Το Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE) ήταν αυτό που είχε πρωτοστατήσει στην απομάκρυνση του βασιλιά το 1931 και είχε συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην προσπάθεια εκδημοκρατικοποίησης της χώρας. Στο πλευρό του είχε το συνδικαλιστικό όργανο των σοσιαλιστών την Γενική Συνομοσπονδία Εργατών (UGT). Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ισπανίας(PCE) για καιρό αποτελούσε μια μικρή πολιτική οντότητα στην ισπανική πολιτική σκηνή. Από τη στιγμή όμως που ξέσπασε ο εμφύλιος και αργότερα ενεπλάκη στην σύγκρουση η Ε.Σ.Σ.Δ. ο ρόλος του αναβαθμίστηκε, με αποτέλεσμα ο ηγέτης του Χουάν Νεγρίν να γίνει πρωθυπουργός του Λαϊκού Μετώπου το 1937. Επίσης σημαντική ήταν και η συμβολή των Τροτσκιστών του Ενωτικού Μαρξιστικού Εργατικού Κόμματος(POUM). Στον αντιφασιστικό αγώνα του Μετώπου τάχθηκαν και οιαναρχικοί της Ισπανίας, που έβλεπαν στον εμφύλιο και μια απόπειρα επαναστατικής κοινωνικής μεταρρύθμισης. Στελέχωσαν τις πολιτοφυλακές και αγωνίστηκαν με ιδιαίτερο πάθος κατά των μοναρχοφασιστών του Φράνκο. Η Ομοσπονδία Αναρχικών Ιβηρικής(FAI) καθώς και το συνδικαλιστικό τους όργανό, η Εθνική Συνομοσπονδία Εργασίας (CNT), ήταν κυρίαρχες σε αστικά και βιομηχανικά κέντρα, όπως η Βαρκελώνη. Από στρατιωτική άποψη ο στρατός των δημοκρατών ήταν λιγότερο εξοικειωμένος με τον πόλεμο, αφού η πλειοψηφία των στρατιωτών ήταν απλοί δημοκρατικοί πολίτες που βρέθηκαν με ένα όπλο στο χέρι να υπερασπίζονται το πολίτευμα τους. Από τις πλέον αξιόμαχες μονάδες του δημοκρατικού στρατού ήταν οι «Διεθνείς Ταξιαρχίες». Αυτές αποτελούνταν από ξένους εθελοντές που επιθυμούσαν να πολεμήσουν τον φασισμό, ενώ πολλοί από αυτούς ήταν μπαρουτοκαπνισμένοι βετεράνοι του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Το πρότυπο της οργάνωσης τους ήταν εκείνο του Κόκκινου Στρατού της Ε.Σ.Σ.Δ. με τον στρατιωτικό διοικητή και τον πολιτικό κομισάριο να παίρνουν από κοινού τις αποφάσεις. Όσοι στελέχωσαν τις ταξιαρχίες αυτές όμως δεν ήταν κατ΄ ανάγκη κομμουνιστές, αλλά όλους τους ένωνε το αντιφασιστικό μίσος. Στις μάχες ρίχτηκαν το ιταλικό τάγμα «Γαριβάλδης», το γερμανικό «Έντγκαρ Αντρέ», το γαλλοβελγικό «Παρισινή Κομμούνα», το γαλλικό «Μασσαλιώτιδα», το γιουγκοσλαβικό «Δημητρώφ»καθώς και το αμερικάνικο «Λίνκολν».
Και οι δυο αντιμαχόμενες πλευρές αναζήτησαν, εξ αρχής, την στήριξη ξένων χωρών. Η Αγγλία από την πρώτη στιγμή τήρησε μια κοντόφθαλμη στάση ίσων αποστάσεων απέναντι στους φασίστες και τους δημοκρατικούς, ακολουθούμενη από τη Γαλλία. Δεν ίσχυσε όμως το ίδιο για τους ιδεολογικούς συμμάχους των αντιμαχόμενων πλευρών. Η φασιστική Ιταλία ήταν αυτή που επένδυσε περισσότερο στην εμπλοκή αυτή, αφού φιλοδοξούσε να καταστήσει την Μεσόγειο προνομιακό της χώρο και επιπρόσθετα διέθετε το ισχυρότερο ναυτικό. Από την άλλη μεριά οι Γερμανοί, υπολογίζοντας την επερχόμενη εισβολή τους στη Γαλλία, θεώρησαν ότι ο Ισπανικός εμφύλιος θα την αποδυνάμωνε καθώς θα έπρεπε να διατηρεί αρκετές στρατιωτικές δυνάμεις στα ισπανογαλλικά σύνορα. Ουσιαστικά εξ αιτίας του ισπανικού εμφυλίου και της γερμανοϊταλικής συνεργασίας γεννήθηκε ο Άξονας Βερολίνου-Ρώμης. Ήταν η πρώτη επίσημη συνεργασία των δυο φασιστικών πολεμικών μηχανών. Έτσι στα χέρια των φασιστών του Φράνκο κατέφτασαν από την Ιταλία 70.000 στρατιώτες, 800 αεροπλάνα και 7.500 οχήματα, ενώ ο Χίτλερ έστειλε την επίλεκτη μονάδα της Luftwaffe «Κόνδωρ», αποτελούμενη από 10.000 άνδρες και αρκετά τελευταίας τεχνολογίας αεροσκάφη, όπως τα βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης Ju-87 Stuka. Η Ε.Σ.Σ.Δ. από τη μεριά της παρενέβαινε στην ισπανική πολιτική σκηνή μέσω του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Η απόφαση για εμπλοκή δεν προέκυπτε από κάποια επιθυμία του συντρόφου Στάλιν για διεθνοποίηση της επανάστασης, αλλά μάλλον για να προβληθεί η νέα εξωτερική πολιτική του, που επικεντρωνόταν στην απευθείας παρέμβαση με την προσφορά πολεμικού εξοπλισμού και την παράλληλη αύξηση της επιρροής του Κρεμλίνου στην Ισπανική Δημοκρατία. Οι Σοβιετικοί απέστειλαν στους δημοκρατικούς πολιτικούς κομισάριους της Κομμουνιστικής Διεθνούς, όπως ο Παλμίρο Τολιάτι, αρκετά πολεμοφόδια και στρατιωτικό υλικό, το οποίο όμως πολλές φορές σταματούσε στα ισπανογαλλικά σύνορα, λόγω της μη ανάμειξης της Γαλλίας. Παρ΄ όλα αυτά στους δημοκράτες έφτασαν αρκετές χιλιάδες τυφέκια, άρματα μάχης και αεροπλάνα.
Αποτυγχάνοντας να καταλάβει την Μαδρίτη ο Φράνκο επέδραμε προς βορά. Στόχος ήταν η πρωτεύουσα Μπιλμπάο που είχε οχυρωθεί πίσω από την «σιδηρά ζώνη», μια οχυρωματική γραμμή πέριξ της πόλεως. Θέλοντας να τιμωρήσει τους ανυπόταχτους Βάσκους βομβαρδίζει τον Απρίλιο του 1937 την πόλη σύμβολο της βασκικής αυτονομίας, την Γκουερνίκα, με την συμβολή της γερμανικής μονάδας της Luftwaffe «Κόνδωρ». Οι Βάσκοι χωρίς αεροπορική υποστήριξη υπερφαλαγγίστηκαν και στο τέλος ο Φράνκο ανακάλεσε όλα τα προηγούμενα διατάγματα που εγγυούνταν την αυτονομία της περιοχής τους. Την ίδια στιγμή στους κόλπους των δημοκρατικών δυνάμεων της Καταλονίας ξεσπούσε εμφύλια διαμάχη γύρω από το αν έπρεπε να γίνει επανάσταση για να κερδηθεί ο πόλεμος ή αν έπρεπε να κερδηθεί ο πόλεμος για να γίνει η επανάσταση. Με την πρώτη άποψη τάχθηκαν εξ αρχής οι αναρχικοί και οι κομμουνιστές του POUM. Με την δεύτερη τάχθηκαν οι υπόλοιποι υποστηριχτές της δημοκρατίας. Εν τέλει με τη δύναμη των όπλων επιβλήθηκαν στα αναρχικά και τροτσκιστικά στοιχεία… Τα νέα δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερα για την «Reconquista», την ανάκτηση, του Φράνκο… Οι προσπάθειες για αντεπίθεση από την πλευρά των δημοκρατικών αντίθετα δεν στέφθηκαν με επιτυχία, και μάλιστα στην μάχη της Μπρουνέτε τον Ιούλιο του 1937, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Μαδρίτη, υπέστησαν απώλειες της τάξεως των 20.000 ανδρών! Την ίδια μοίρα είχε και η απόπειρα των δημοκρατικών να καταλάβουν την Σαραγόσα, τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Το 1938 δεν έφερε καμιά νέα εξέλιξη για το δημοκρατικό στρατόπεδο το οποίο σε όλα τα μέτωπα οπισθοχωρούσε μπροστά στις συνδυασμένες επιθέσεις Φρανκιστών, Ιταλών και Γερμανών. Στις μάχες τηςΤερουέλ τον Φεβρουάριο του 1938 και του ποταμού Έβρου τον Ιούλιο του ίδιου έτους οι δημοκρατικοί υπέστησαν για μια ακόμη φορά βαριές ήττες. Ο επόμενος χρόνος ήταν μια αργή διαδικασία αποσύνθεσης των δημοκρατικών και προέλασης των εθνικιστών του Φράνκο. Η Βαρκελώνη πέφτει τον Ιανουάριο του 1939 με τους δημοκρατικούς για μια ακόμη φορά να διχάζονται σχετικά με το αν έπρεπε να συνεχιστεί ο αγώνας ή αν θα έπρεπε να συνθηκολογήσουν με τον Φράνκο. Οι προσπάθειες τους για διαπραγμάτευση πέφτουν στο κενό καθώς το μόνο που δεχόταν ο Φράνκο ήταν άνευ όρων παράδοση. Έτσι στις 26 Μαρτίου οι εθνικιστές ξεκινούν την τελική επίθεση στην Μαδρίτη την οποία και καταλαμβάνουν την 1 Απριλίου του 1939, με τον Φράνκο να κηρύσσει το τέλος του πολέμου από ραδιοφώνου.
Ο Ισπανικός εμφύλιος είχε ως αιτία και αφορμή τα εσωτερικά προβλήματα της χώρας. Προέκυψε από την αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων της Ισπανίας να εκσυγχρονίσουν τις κοινωνικές δομές, που προσομοίαζαν σε πολλές περιοχές της χώρας με αυτές του σκοταδιστικού μεσαίωνα. Η εκκλησία είχε καταστεί προνομιακός εταίρος των εξουσιαστικών ελίτ, που επιδείνωναν ακόμη περισσότερο την θέση των εξαθλιωμένων αγροτών και εργατών. Οι τελευταίοι μάλιστα στερούνταν της στοιχειώδους κρατικής μέριμνας, αφού ούτε μισθολογικοί νόμοι υπήρχαν, ούτε κατοχυρωμένο δικαίωμα στο συνδικαλισμό και την απεργία. Οι εργατικές και αγροτικές μάζες στέναζαν κάτω από ένα αυταρχικό και καταπιεστικό καθεστώς, και υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να ερμηνευτούν οι ακρότητες και τα εγκλήματα που διαπράχτηκαν από αυτούς. Η συσσωρευμένη καταπίεση αιώνων εκτονώθηκε, σε αθώους πολλές φορές, φορείς της πρωθύστερης κατάστασης, όπως ιερείς και πολιτικούς αντιπάλους. Το πρόγραμμα αλλαγών που μπήκε σε εφαρμογή από τους δημοκρατικούς ήταν απαραίτητο, αλλά δεν είχε την συναίνεση όλων των δυνάμεων του δημοκρατικού στρατοπέδου. Για τους αναρχικούς στόχος ήταν μια ριζική αλλαγή των πραγμάτων, μια ρηξικέλευθη κοινωνική μεταβολή με στόχο μια αναρχική ουτοπία. Για τους εκ Κρεμλίνου κατευθυνόμενους κομμουνιστές βάραινε σημαντικά η «γραμμή» του συντρόφου Στάλιν, ο οποίος προωθούσε την δική του ατζέντα… Από την πλευρά τους οι Εθνικιστές από νωρίς συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του Φράνκο σε μια προσπάθεια τους να αποτρέψουν την «σοβιετοποίηση» της Ισπανίας. Αυτό που ουσιαστικά έγειρε τη ζυγαριά υπέρ τους ήταν η έγκαιρη και σε μεγάλους αριθμούς στρατιωτική βοήθεια των συγγενικών καθεστώτων της Γερμανίας, της Ιταλίας καθώς και της Πορτογαλίας που παρέσχε πολλά κεφάλαια για την χρηματοδότηση του εθνικιστικού στρατού. Σύγχρονα όπλα πήραν το βάπτισμα του πυρός στον ισπανικό εμφύλιο με σκοπό να εξεταστεί η χρήση τους για τον επερχόμενο παγκόσμιο πόλεμο. Ο Μουσολίνι με έκδηλη χαρά διαπίστωνε πως «οι Ιταλοί ήταν ικανοί να προκαλέσουν τρόμο με την επιθετικότητα τους και όχι μόνο ευχαρίστηση με την ικανότητα τους να παίζουν μαντολίνο»… Από την μεριά τους οι Γερμανοί του Χίτλερ είχαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν τα νέα βομβαρδιστικά τους. Το νέο καθεστώς από την στιγμή της εδραίωσης του απεκάλυψε το πραγματικό πρόσωπο του, ξεκινώντας πολιτικές εκκαθαρίσεις εναντίον των ιδεολογικών του αντιπάλων. Οι «εκκαθαρισθέντες» υπολογίζονται από 30.000 μέχρι 150.000… Το «φρανκικό» καθεστώς απεδείχθη από τα πλέον μακροχρόνια στην Ευρώπη αφού άντεξε ως τα 1975! Ο Φράνκο κατάφερε να εδραιώσει ένα αυστηρά προσωποπαγές καθεστώς με σαφή φασιστικά χαρακτηριστικά. Δεν εντάχτηκε ποτέ σε καμία από τις τότε πολιτικές παρατάξεις της δεξιάς, αλλά αξιοποιούσε από την κάθε μια τα στοιχεία που του χρειάζονταν. Από τους φαλαγγίτες αντέγραψε την οργάνωση, τα σύμβολα και τις τελετές ενώ από την ευρύτερη δεξιά οικειοποιήθηκε τις θρησκευτικές και πατριωτικές ιδέες. Ουσιαστικά ο Φράνκο κυβερνούσε απολυταρχικά έχοντας ως πυλώνα της εξουσίας του τον στρατό. Παράλληλα επανέφερε την εκκλησία στην προηγούμενη θέση που κατείχε στην ισπανική κοινωνία, αναθέτοντας της εκ νέου την εκπαίδευση και την ηθική διάπλαση της νεολαίας. Στην εξωτερική πολιτική του φρόντισε να κρατάει ίσες αποστάσεις με τις δυτικές δυνάμεις. Η Αγγλία ουσιαστικά ποτέ δεν σταμάτησε να προμηθεύει τις δυνάμεις του Φράνκο με καύσιμα, ενώ η Γαλλία σταμάτησε πολλούς τόνους πολεμικού υλικού που κατευθυνόταν στη ζώνη των δημοκρατικών στα σύνορα της με την Ισπανία. Ακόμη και η Αμερική ποτέ δεν διέκοψε τις εμπορικές σχέσεις με τους εθνικιστές. Οι Γερμανοί τέλος είδαν γρήγορα να αποπληρώνεται η βοήθεια που είχαν προσφέρει στον Φράνκο με την ανάθεση σε γερμανικά συμφέροντα αρκετών ορυχείων σιδήρου, ζωτικής σημασίας για την οικοδόμηση της πολεμικής μηχανής του Γ΄ Ράιχ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου