Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1941, όταν του επιτέθηκαν οι δυνάμεις του Άξονα. Η Γιουγκοσλαβία ηττήθηκε, κατακτήθηκε και διαμελίστηκε.
Από τις στρατιωτικές δράσεις αυτού του πολέμου δε γλίτωσε ούτε το τμήμα της Μακεδονίας στα πλαίσια της Γιουγκοσλαβίας, το οποίο αποτελούσε σημαντικό γεωγραφικό και στρατηγικό σημείο.
Ο γερμανικός στρατός εισήλθε στη Μακεδονία μέσω Βουλγαρίας, ενώ οι ιταλικές δυνάμεις μέσω Αλβανίας, η οποία ήδη βρισκόταν υπό ιταλική κατοχή. Στις 13 Απριλίου 1941, κατακτήθηκε από τους Γερμανούς και η τελευταία μακεδόνικη πόλη, το Кичево (Κίτσσεβο). Στην περιοχή αυτού του τμήματος της Μακεδονίας, κατοχικά καθεστώτα τοποθέτησαν η Ιταλία και η Βουλγαρία. Η Βουλγαρία κατέκτησε το μεγαλύτερο τμήμα, ενώ η Ιταλία το δυτικό τμήμα με τις πόλεις Τέτοβο, Γκόστιβαρ, Ντέμπαρ, Κίτσσεβο και Στρούγκα, όπως και το νότιο τμήμα της Πρέσπας.
Όλα αυτά για το μακεδόνικο λαό σήμαιναν και πάλι εθνική ταπείνωση και πίεση επί της εθνικής του ταυτότητας. Μέσα σε ένα τέτοιο νεοσυσταθέν στρατιωτικο-πολιτικό περιβάλλον, σε συνθήκες ανυπαρξίας άλλων οργανωμένων δυνάμεων που θα υποστήριζαν την επιθυμία των Μακεδόνων για εθνική απελευθέρωση, η μοναδική πολιτική δύναμη που έθεσε, μεταξύ άλλων, ως στόχο την απελευθέρωση του μακεδόνικου λαού, ήταν το παράνομο κομμουνιστικό κόμμα της Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ) και στα πλαίσια αυτού το κομμουνιστικό κόμμα Μακεδονίας (ΚΚΜ). Το κάλεσμά τους για αγώνα ενάντια στους κατακτητές, για απελευθέρωση και σύσταση μακεδόνικου κράτους βρήκε θετική υποδοχή από το μακεδόνικο λαό.
Οι οργανωτικές δυνάμεις υπό την ηγεσία του ΚΚΓ, από τις πρώτες μέρες εγκατάστασης των γερμανικών και βουλγαρικών στρατευμάτων στη Μακεδονία το 1941, μέσω διάφορων ειδών αντίστασης έδωσαν να καταλάβει στον κατακτητή ότι δεν πρόκειται να αποδεχτούν τη νέα κατάσταση στη Μακεδονία. Στην κατεύθυνση αυτή πραγματοποιήθηκαν διάφορες δράσεις – σαμποτάζ, διαμαρτυρίες, ένοπλες συγκρούσεις κ.α. Στα τέλη του Ιούνη του 1941 στη Μακεδονία συστάθηκε Στρατιωτική Επιτροπή, η οποία είχε ως αποστολή τις προετοιμασίες σύστασης παρτιζάνικων σωμάτων για ένοπλη αντίσταση ενάντια στους κατακτητές.
Το επόμενο έτος 1942, το κομιτέτο του ΚΚΓ για τη Μακεδονία και το Επιτελείο των Παρτιζάνικων Δυνάμεων της Μακεδονίας, εργάζονταν
αδιάκοπα για την άυξηση των παρτιζάνικων ομάδων, όπως και την υποστήριξή τους και τις κατευθύνσεις δράσης τους. Για τον σκοπό αυτό, όπως και για καλύτερη διεύθυνση των παρτιζάνικων μονάδων στην περιοχή Βέλες – Πρίλεπ – Κρούσσεβο – Μπίτολα – Ρέσεν, συστάθηκε Επιτελείο Επιχειρήσεων. Οι προετοιμασίες αφορούσαν τον έλεγχο των ορεινών περιοχών που θα αποτελούσαν τις βάσεις, την ίδρυση οργάνων αγώνα στα χωριά και τη μεταφορά τροφίμων και οπλισμού στις βάσεις και τα χωριά. Από τον Απρίλιο ως τον Ιούλιο του 1942, είχαν συσταθεί έξι παρτιζάνικα σώματα στη Μπίτολα, Πρέσπα, Πρίλεπ, Βέλες, Σκόπιε και Κρούσσεβο. Από τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, τα σώματα ξεκίνησαν ενισχυμένες ένοπλες δράσεις εναντίων σημαντικών κατοχικών εγκαταστάσεων, όπως και ενισχυμένη πολιτική δράση. Λόγω των ενεργειών αυτών, από τον Αύγουστο του 1942 εώς και τον Ιανουάριου του 1943, η βουλγαρική κατοχική εξουσία ξεκίνησε επιχειρήσεις καταστροφής αυτών και παύση της παραπέρας ανάπτυξης του απελευθερωτικού κινήματος στη Μακεδονία.
Κατά τη διάρκεια του 1943, επήλθαν μεγάλες αλλαγές στην ένταση και την ανάπτυξη του Λαικοαπελευθερωτικού Αγώνα (Ναροντνοοσλομποντίτελνα Μπόρμπα – НОБ – ΝΟΜΠ), ο οποίος συνεχώς αυξανόταν. Στις 19 Μαρτίου 1943 συστάθηκε το ΚΚ Μακεδονίας ως ηγετική δύναμη στον απελευθερωτικό αγώνα του μακεδόνικου λαού. Ιδρύθηκαν πέντε κομιτέτα του ΚΚΜ, συστάθηκαν περισσότερα παρτιζάνικα σώματα και μεγαλύτερες στρατιωτικές μονάδες και το τμήμα αυτό της Μακεδονίας χωρίστηκε σε πέντε ζώνες επιχειρήσεων.
Συμβολίζοντας την τεσσαρακοστή επέτειο από την Επανάσταση του Ίλιντεν (1903), στις 2 Αυγούστου 1943 έλαβε χώρα η συνεδρίαση της Πρέσπας του Κεντρικού Κομιτέτου του ΚΚΜ, όπου πάρθηκαν σημαντικές αποφάσεις για την παραπέρα εξέλιξη του αγώνα στη Μακεδονία. Η πτώση της ιταλικής κυβέρνησης τον Ιούλιο του 1943 θεωρήθηκε ως γεγονός αναμονής συνθηκολόγησης της Ιταλίας και ένταξη νέων αγωνιστών. Αμέσως ξεκίνησαν οι προετοιμασίες οργάνωσης αντιφασιστικής συνέλευσης.
Μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας τον Σεπτέμβριο του 1943, δημιουργήθηκε μια ελεύθερη περιοχή στη δυτική Μακεδονία και εκεί
δημιουργήθηκε το κέντρο του ΝΟΜΠ και η μεγαλύτερη ελεύθερη ζώνη. Περιλάμβανε περισσότερες περιοχές και τα χωριά τους, όπως και δύο πόλεις, το Κίτσσεβο και το Ντέμπαρ. Εκεί πλέον διοικούσαν οι Μακεδόνες, κάτι πολύ σημαντικό για τον παραπέρα αγώνα. Τον Οκτώβριο του 1943, στο όρος Καράορμαν της Ντέμπαρτσα, το Γενικό Επιτελείο του Απελευθερωτικού Στρατού και των Παρτιζάνικων Σωμάτων εξέδωσε Μανιφέστο που αποτελούσε το πρώτο δημόσιο προγραμματικό ντοκουμέντο όπου παρουσιάζονταν οι στόχοι και ο χαρακτήρας του μακεδόνικου εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.
Το Νοέμβριο του 1943, στο χωριό Црвена Вода (Τσρβενα Βόντα), συστάθηκε Συμβούλιο Πρωτοβουλίας για την σύγκλιση της Αντιφασιστικής Συνέλευσης της Λαικής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας (АСНОМ – ΑΣΝΟΜ), το οποίο συμβούλιο έλαβε την αποστολή να προετοιμάσει την πρώτη συνεδρίαση του ΑΣΝΟΜ, όπου έπρεπε να λυφθεί απόφαση για το κρατικό – νομικό στάτους της Μακεδονίας. Πρόεδρος του Συμβουλίου αυτού είχε εκλεχτεί ο Методија Андонов-Ченто (Μετόντια Αντόνοβ-Τσσέντο), γραμματέας ο Страхил Гигов (Στράχιλ Γκίγκοβ), ενώ μέλη του ήταν οι Михаило Апостолски (Μιχάιλο Αποστόλσκι), Цветко Узуновски (Τσβέτκο Ουζούνοβσκι), Борко Темелковски (Μπόρκο Τεμέλκοβσκι) και Венко Марковски (Βένκο Μάρκοβσκι).
Η ανακήρυξη του μακεδόνικου κράτους έπρεπε να αποτελεί επιβεβαίωση των αποφάσεων του Δεύτερου Συνέδριου της Αντιφασιστικής Συνέλευσης της Λαικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (АВНОЈ) για ανοικοδόμηση της Γιουγκοσλαβίας ως κράτος με ομοσπονδιακές αρχές. Με τις αποφάσεις αυτού του συνεδρίου που είχε λάβει χώρα στο Ιάιτσε της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης το Νοέμβριο του 1943, η Μακεδονία ανακηρύχθηκε ελεύθερη και ισότιμη ομοσπονδιακή μονάδα με τις υπόλοιπες μονάδες της νέας Γιουγκοσλαβίας και στους Μακεδόνες αναγνωρίστηκε η εθνική τους ιδιαιτερότητα. Με τις αποφάσεις αυτές τέθηκε πλέον τέλος στην σερβική κυριαρχία στη Μακεδονία, όταν δεν αναγνωριζόταν η ύπαρξη μακεδόνικης εθνικής ταυτότητας. Στα πλαίσια του μελλοντικού γιουγκοσλάβικου ομόσπονδου κράτους θα υπήρχε πλέον και επισήμως μακεδόνικο κράτος. Τα θεμέλια είχαν πλέον τεθεί σε εσωτερικό, αλλά και εξωτερικό. Οι αποφάσεις του του Δεύτερου Συνέδριου του АВНОЈ αποτελούσαν την πραγματική βάση για την πραγματοποίηση του πολύχρονου ονείρου των Μακεδόνων για μακεδόνικο κράτος και επίσης ήταν η βάση για την υλοποίηση του Πρώτου Συνέδριου του ΑΣΝΟΜ και τηνν προετοιμασία και σύσταση των εγγράφων του.
Παρόλα τα σχέδια σύγκλισης του Πρώτου Συνέδριου του АСНОМ στην ελεύθερη περιοχή της δυτικής Μακεδονίας την άνοιξη του 1944, λόγω των νέων επιθέσεων του γερμανικού στρατού ενάντια στις ελεύθερες περιοχές, οι αντιπρόσωποι ήταν δύσκολο να παρεβρεθούν. Έτσι, το Δεκέμβριο του 1943 година, το Γενικό Επιτελείο του ΝΟΒ και ΠΟ της Μακεδονίας, μαζί με το Κεντρικό Κομιτέτο του ΚΚΜ, το Συμβούλιο σύγκλισης του ΑΣΝΟΜ, την Πρώτη Μακεδόνικη Ταξιαρχία Κρούσης και το Σύνταγμα „Стив Наумов (Στιβ Ναούμοβ)“, εγκατέλειψαν την ελεύθερη περιοχή και μέσω του όρους Γκαλίτσσιτσα και λίμνη της Πρέσπας, μετέφεραν τις δράσεις μάχης στην περιοχή Меглен (Μέγκλεν – Αλμωπία), στο τμήμα της Μακεδονίας που μόλις πριν σαράντα χρόνια είχε προσαρτιθεί στο ελληνικό κράτος. Οι εχθρικές επιθέσεις επέφεραν αλλαγές στην περίοδο και την τοποθεσία σύγκλισης του АСНОМ. Η σύγκλισή του έγινε και πάλι επίκαιρη όταν δημιουργήθηκαν νέες
ελεύθερες περιοχές την άνοιξη του 1944, κυρίως στην τοποθεσία του Козјак (Κόζιακ – βορειοδυτική Μακεδονία).
Μετά από πολλές σκληρές και αιματηρές μάχες, το καλοκαίρι του 1944, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας και το αντιφασιστικό κίνημα εξαπλώθηκε σε όλη την αποκαλούμενη Μακεδονία του Βαρδάρη. Νέες ελεύθερες περιοχές και νέα στρατιωτικά σώματα ήταν το αποτέλεσμα αυτού.
Μετά από προετοιμασίες σχεδόν ενός χρόνου, το Πρώτο Συνέδριο του АСНОМ έλαβε χώρα στις 2 Αυγούστου 1944 στο μοναστήρι Σβέτι Πρόχορ Πτσσίνσκι, την ίδια ημερομηνία δηλαδή, 2 Αυγούστου, που είχε ξεκινήσει και η Επανάσταση του Ίλιντεν, η επανάσταση του μακεδόνικου λαού ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Την έναρξη της μεγάλης αυτής στιγμής για το μακεδόνικο λαό την ανακήρυξε το γεροντότερο μέλος του Συμβουλίου Πρωτοβουλίας, ο Панко Брашнаров (Πάνκο Μπράσσναροβ). Λήφθηκαν εννιά αποφάσεις με τις οποίες η Μακεδονία ως ομόσπονδο κράτος ανακηρύχθηκε και επίσημα ως τέτοιο και ως ισότιμη μονάδα της ομόσπονδης Γιουγκοσλαβίας. Οι αποφάσεις αυτές ήταν: απόφαση ανακήρυξης του АСНОМ ως ανώτατο, νομοθετικό και εκτελεστικό λαϊκό σώμα εκπροσώπησης και ως το ανώτατο όργανο της κρατικής εξουσίας της δημοκρατικής Μακεδονίας. Απόφαση εισαγωγής της μακεδόνικης γλώσσας ως επίσημη γλώσσα του μακεδόνικου κράτους. Δήλωση για τα βασικά δικαιώματα των πολιτών της δημοκρατικής Μακεδονίας. Κανονισμός για τις εργασίες του АСНОМ. Απόφαση για σύσταση Νομοθετικής Επιτροπής υπό το Προεδρείο του АСНОМ. Απόφαση σύστασης Κρατικής Επιτροπής για την επιβεβαίωση των εγκλημάτων των κατακτητών και των συνεργατών τους. Απόφαση για την έγκριση των αποφάσεων, εντολών και υποχρεώσεων που εκδόθηκαν από το Γενικό Επιτελείο του Λαϊκο – απελευθερωτικού στρατού και των παρτιζάνικων σωμάτων της Μακεδονίας και του Συμβουλίου Πρωτοβουλίας για την σύγκλιση του АСНОМ. Απόφαση αναγνώρισης και ευχαριστιών προς τον Λαϊκο – απελευθερωτικό στρατό και Απόφαση ανακήρυξης του Ίλιντεν – 2 Αυγούστου ως εθνική κρατική εορτή του μακεδόνικου κράτους.
Η Απόφαση με την οποία το АСНОМ ανακηρύχτηκε ως το ανώτατο, νομοθετικό και εκτελεστικό λαϊκό σώμα εκπροσώπησης και ως το ανώτατο όργανο της κρατικής εξουσίας της δημοκρατικής Μακεδονίας, είχε μεγάλη σημασία επειδή μέσω αυτού σηματοδοτήθηκε η δεύτερη φάση του ΝΟΜΠ στη Μακεδονία, η οποία έπρεπε να συνεχιστεί στα πλαίσια του νεοσυσταμένου κράτους και με την πράξη αυτή ορίστηκε το σύστημα της κρατικής εξουσίας στη Μακεδονία. Ως τα ανώτερα όργανα επιβεβαιώθηκαν η Συνέλευση (АСНОМ),το Πρεζίντιουμ (προεδρείο) του АСНОМ και η Λαϊκή Κυβέρνηση.
Ιδιαίτερα σημαντικό ντοκουμέντο ήταν και η Απόφαση εισαγωγής της Μακεδόνικης γλώσσας ως επίσημη γλώσσα του μακεδόνικου κράτους. Εώς τότε η μακεδόνικη γλώσσα χρησιμοποιούταν μόνο ως λαϊκή ομιλούμενη γλώσσα και η εισαγωγή της ως επίσημη και υπηρεσιακή γλώσσα έδωσε άλλη μια νομική υπόσταση στο κράτος, επειδή δε μπορεί να υπάρξει το κράτος χωρίς την χρήση της γλώσσας του λαού του ως επίσημη. Η λήψη της Απόφασης αυτής ήταν επίσης σημαντική για το λόγο της δυνατότητας πλέον της κωδικοποίησης της ορθογραφίας και της
ανάπτυξης της μακεδόνικης λογοτεχνικής γλώσσας.
Λαμβάνοντας υπόψη την σπουδαιότητα του Ίλιντεν, όχι τυχαία επιλέχτηκε η 2 Αυγούστου ως ημέρα διατήρησης της σημαντικότερης πράξης στη μακεδόνικη ιστορία και αγώνα. Εκτελώντας τη φυσική ένωση για σύνδεση των δύο αυτών πολύ σημαντικών ιστορικών ημερομηνιών, με τον πλέον κατάλληλο τρόπο επιδείχτηκε η μοναδικότητα της εξέλιξης του αγώνα του μακεδόνικου λαού για εθνική ελευθερία και μακεδόνικο κράτος. Ξεκινώντας απ΄αυτό, το Ίλιντεν, 2 Αυγούστου, ανακηρύχθηκε ως εθνική γιορτή του μακεδόνικου λαού και του μακεδόνικου κράτους, ως σύμβολο των αγώνων του για απελευθέρωση και δημιουργία ελεύθερου μακεδόνικου κράτους. Στόχος και έννοια αυτής της Απόφασης ήταν να γίνει αντιληπτή η συνέχεια του αγώνα του μακεδόνικου κράτους για εθνική ελευθερία και στην περίπτωση αυτή, το ΝΟΜΠ στη Μακεδονία αποτέλεσε την συνέχεια της Επανάστασης του Ίλιντεν του 1903. Εκεί ήταν και η ουσία. Το Πρώτο Συνέδριο του АСНОМ να λάβει χώρα την ημέρα του Ίλιντεν, στις 2 Αυγούστου. Σε όλα τα ντοκουμέντα του ΝΟΜΠ, με τονισμένο τρόπο, διατηρούνταν οι παραδόσεις του Ίλιντεν. Οι παραδόσεις αυτές ήταν παρούσες και μέσω των ονομάτων των παρτιζάνικων σωμάτων και των ψευδονύμων των μαχητών, οι οποίοι έχοντας το αίσθημα της συνέχισης του έργου των επαναστατών της περιόδου του Ίλιντεν λάμβαναν μεγαλύτερο ενθουσιασμό και ο αγώνας τους αποτελούσε, στην ουσία, ένα δεύτερο Ίλιντεν.
Η ανακήρυξη της ομόσπονδης Μακεδονίας στα πλαίσια της ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας ήταν αποτέλεσμα του ΝΟΜΠ της Μακεδονίας κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο μακεδόνικος λαός ενεργά συμμετείχε στον αγώνα της αντιχιτλερικής συμμαχίας. Το θέμα πραγματοποίησης του ιδανικού για εθνική ένωση του μακεδόνικου λαού τέθηκε στο Πρώτο Συνέδριο του АСНОМ και επίσης είχε εξέχουσα θέση και στο Μανιφέστο. Μέσω του Μανιφέστου είχε παρουσιαστεί ότι το АСНОМ „δηλώνει ενωπίον όλου του κόσμου την δίκαιη και αμετάβλητη επιθυμία ΓΙΑ ΕΝΩΣΗ ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ με βάση τις αρχές του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού“. Ταυτόχρονα, ο μακεδόνικος λαός και των τριών τμημάτων της Μακεδονίας, καλέσθηκε να συνεχίσει τον αγώνα ενάντια στον φασισμό επειδή μόνο με τον τρόπο αυτό μπορούσε να κατακτήσει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού. Στο Μανιφέστο ανοικτά είχε παρουσιαστεί η επιθυμία και η ανάγκη ένωσης, αλλά ο διεθνής παράγοντας δεν έβλεπε με ,,καλό μάτι,, μια τέτοια λύση του μακεδόνικου ζητήματος. Η βρετανική διπλωματία έκανε μεγάλες προσπάθειες για την εμπόδιση των ενωτικών διαδικασιών του μακεδόνικου λαού. Οι εδαφικές αλλαγές στη Βαλκανική Χερσόνησο με στόχο τη δημιουργία μακεδόνικου κράτους στα εθνικά του σύνορα, αποτελούσαν για τη Μεγάλη Βρετανία κάτι το αντίθετο με τα στρατηγικά της συμφέροντα στην ευρύτερη αυτή περιοχή.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος δημιούργησε νέες δυνατότητες για την πραγματοποίηση του ονείρου ίδρυσης μακεδόνικου κράτους. Το Πρώτο Συνέδριο του АСНОМ ανακήρυξε τη δημιουργία μακεδόνικου κράτους, κάτι που αποτελούσε ίσως την σημαντικότερη στιγμή στην ιστορία του μακεδόνικου λαού. Μετά την σύσταση της ομόσπονδης Μακεδονίας, την απελευθέρωσή της στις 19 Νοεμβρίου 1944 και την σύσταση του Συντάγματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στις 31 Δεκεμβρίου 1946, το μακεδόνικο κράτος συνέχισε με την οικοδόμησή της ως μια από τις έξι ομόσπονδες δημοκρατίες στα πλαίσια της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Στις 7 Απριλίου 1963, ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα με το οποίο το όνομα του γιουγκοσλαβικού κράτους άλλαξε σε Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβία (СФРЈ). Την ίδια χρονιά, το όνομα του μακεδόνικου κράτους έγινε πλέον Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η οποία ως κράτος – μέλος της СФРЈ υπήρχε και λειτουργούσε ως τη διάλυση της ομοσπονδίας αυτής (1991). Στις 8 Σεπτεμβρίου 1991, έλαβε χώρα δημοψήφισμα για ανεξάρτητη και κυρίαρχη Δημοκρατία της Μακεδονίας (РМ), στο οποίο, από τους συνολικά εγγεγραμμένους με δικαίωμα ψήφου 1.494.626 ψηφοφόρους, ψήφισε το 71,85%, ενώ από αυτό, το 95,32% ψήφισε υπέρ ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους. Με βάση τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Μακεδονίας ολοκλήρωσε τη διαδικασία της ανεξαρτησίας της χώρας. Στις 17 Νοεμβρίου 1991, ψηφίστηκε και το πρώτο Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Πηγή:NovaZora
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου