Ο Μαυρίκιος είναι ένας από τους σπουδαιότερους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Η βασιλεία του αποτελεί σημαντικό βήμα στην πορεία του γερασμένου αρχαίου ρωμαϊκού κράτους προς τον καινούργιο και ζωντανό οργανισμό της μεσαιωνικής βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η στροφή του προς την Ανατολή και η αναγκαστική παραχώρηση πολλών δυτικών εδαφών, που είχε ανακτήσει ο Ιουστινιανός, δεν σήμαινε και ουσιαστική εγκατάλειψη των συμφερόντων του κράτους στη Δύση. Με αποφασιστικά οργανωτικά μέτρα κατόρθωσε τουλάχιστον ο Μαυρίκιος να εξασφαλίσει την κυριαρχία της αυτοκρατορίας πάνω σε ένα μεγάλο τμήμα της Δύσης για μακρό χρόνο. Κατόρθωσε να συνενώσει τα κατάλοιπα των κτήσεων του Ιουστινιανού, ιδρύοντας τα Εξαρχάτα της Ραβέννας και της Καρχηδόνας, που επεδίωξε να καταστήσει απρόσβλητα με μια σιδερένια στρατιωτική διοίκηση: Οργάνωσε ως στρατιωτικές αρμοστίες τις περιοχές της βόρειας Αφρικής, καθώς και της Ραβέννας, που ήταν κυκλωμένη από λογγοβαρδικές κατακτήσεις, και ανέθεσε την στρατιωτική και πολιτική διοίκησή τους στους Εξάρχους. Τα δύο Εξαρχάτα έγιναν τα προωθημένα ορμητήρια της βυζαντινής επιρροής στη Δύση. Ωστόσο η οργάνωσή τους εγκαινίασε την εποχή της στρατιωτικοποιήσεως της βυζαντινής διοικήσεως και έγινε το πρότυπο για τη μεταγενέστερη εισαγωγή του θεσμού των θεμάτων από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο.
Ότι ο Μαυρίκιος πραγματικά δεν είχε πρόθεση να εγκαταλείψει τις δυτικές κτήσεις δείχνει η διαθήκη, που συνέταξε όταν αρρώστησε βαριά το 597. Με τη διαθήκη αυτή ο μεγαλύτερος γιος του Θεοδόσιος οριζόταν ηγεμόνας της Ανατολής, με έδρα την Κωνσταντινούπολη, και ο δεύτερος, ο Τιβέριος, της Ιταλίας και των δυτικών νησιών με έδρα τη Ρώμη. Η Ρώμη ως δεύτερη πρωτεύουσα του κράτους προοριζόταν λοιπόν να ξαναγίνει έδρα του αυτοκράτορα. Έτσι ούτε η ιδέα της παγκόσμιας αυτοκρατορίας δεν εγκαταλείφθηκε ούτε η παράδοση της πολυαρχίας και της διαιρέσεως του ενιαίου imperium romanum.
Ωστόσο, αν και αποκαταστάθηκε έστω και προσωρινά η ηρεμία στην Ασία και περισώθηκε ό, τι είχε απομείνει από το μεγαλεπήβολο έργο του Ιουστινιανού στη Δύση, όμως η κατάσταση στα Βαλκάνια γινόταν όλο και πιο κρίσιμη. Η σύγχυση που επικρατούσε από την εποχή των σλαβικών επιδρομών έγινε πιο έντονη με την εισβολή των Αβάρων στην κεντρική Ευρώπη. Στις πεδιάδες της Παννονίας σχηματίσθηκε μια ισχυρή ομοσπονδία φύλων. Από τότε το Βυζάντιο βρέθηκε κάτω από την αυξανόμενη πίεση των Αβάρων και των υποτελών τους σλαβικών φύλων στην περιοχή του μέσου Δούναβη. Σύντομα ξέσπασε άγριος αγώνας για τα βυζαντινά ακριτικά οχυρά, που προστάτευαν τις διαβάσεις των ποταμών Σάβα και Δούναβη. Ύστερα από μακροχρόνια σκληρή πολιορκία ο χαγάνος των Αβάρων Bajan κατέλαβε το 582 το Σίρμιο. Δύο χρόνια αργότερα υπέκυψαν το Βιμινάκιο και προσωρινά η Σιγγιδόνα (Singidunum), σημερινό Βελιγράδι). Από τα ρήγματα που ανοίχθηκαν στο βυζαντινό αμυντικό σύστημα απλώθηκαν τα κύματα των Αβάρων και Σλάβων πάνω σε ολόκληρη τη Βαλκανική χερσόνησο. Ταυτόχρονα εισέβαλαν από τον κάτω Δούναβη όλο και πιο βαθιά στις βυζαντινές επαρχίες τα ανεξάρτητα από τους Αβάρους σλαβικά φύλα. Την εποχή αυτή γίνονται οι πρώτες επιδρομές των Σλάβων και των Αβαρο-Σλάβων στη Θεσσαλονίκη (584 και 586). Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι το γεγονός, ότι από το τελευταίο τέταρτο του έκτου αιώνα και εξής άρχισε η μόνιμη εγκατάσταση των Σλάβων στη Βαλκανική. Τα σλαβικά φύλα δεν αρκέσθηκαν πια στις λεηλασίες αλλά εγκαταστάθηκαν στο βυζαντινό έδαφος και κατέλαβαν μόνιμα πολλές περιοχές τους.
Η εισβολή των Σλάβων στα Βαλκάνια αποτέλεσε το σημαντικότερο εξωτερικό γεγονός της πρώτης βυζαντινής εποχής και είχε ανυπολόγιστη σημασία για την κατοπινή εξέλιξη της αυτοκρατορίας. Όλες οι άλλες βαρβαρικές επιδρομές, που απείλησαν τότε το κράτος, είχαν παροδικές συνέπειες. Ακόμη και η μεγάλη μετανάστευση των γερμανικών φύλων, που επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη της αυτοκρατορίας, δεν έθιξε τελικά το ανατολικό τμήμα της. Οι Σλάβοι όμως παρέμειναν μόνιμα στα Βαλκάνια. Με την εγκατάστασή τους στην περιοχή αυτή άρχισε μια διαδικασία που οδήγησε αργότερα στη σύσταση ανεξάρτητων σλαβικών κρατών μέσα στο ίδιο το βυζαντινό έδαφος.
Οι κατακτητικοί πόλεμοι στη Δύση την εποχή του Ιουστινιανού και οι ατελείωτοι αγώνες με τους Πέρσες την εποχή των διαδόχων του είχαν αναγκάσει το Βυζάντιο να υιοθετήσει αμυντική τακτική στα Βαλκάνια. Μόνο μετά τη νικηφόρα έκβαση των περσικών πολέμων μπόρεσε να οργανώσει μια μεγάλη αντεπίθεση εναντίον των Σλάβων στην περιοχή του Δούναβη. Μόνο μια μεγάλη και επιτυχής εκστρατεία εναντίον των κυρίων θέσεων των Σλάβων πέρα από τον Δούναβη θα μπορούσε να διαφυλάξει τα βόρεια σύνορα από άλλες εχθρικές επιδρομές και να εξασφαλίσει στην αυτοκρατορία την κατοχή της Βαλκανικής χερσονήσου. Έτσι άρχισε το 592 ο πόλεμος που έμελλε να κρίνει την τύχη των Βαλκανίων. Στην αρχή φάνηκε ότι η έκβασή του θα ήταν υπέρ των Βυζαντινών. Διέβησαν αρκετές φορές τον Δούναβη και επέτυχαν διαδοχικές νίκες εναντίον των Σλάβων και των Αβάρων. Ωστόσο, οι μεμονωμένες αυτές επιτυχίες δεν αποθάρρυναν τις ισχυρές σλαβικές ορδές. Ο πόλεμος παρατάθηκε για μακρό χρόνο, γιατί η διεξαγωγή του ήταν δύσκολη στις απόμερες εκείνες περιοχές, και το ηθικό του στρατού έπεσε αισθητά.
Μετά την κατάρρευση του παλινορθωτικού έργου του Ιουστινιανού είχε μειωθεί σημαντικά το κύρος της αυτοκρατορικής διοικήσεως. Φυσιολογική αντίδραση στην απολυταρχία του Ιουστινιανού ήταν η αύξηση της πολιτικής δυνάμεως της συγκλήτου όσο και της πιέσεως του λαού, που ζητούσε πολιτικές ελευθερίες. Στα κρίσιμα χρόνια κατά τα τέλη του έκτου και τις αρχές του έβδομου αιώνα η δραστηριότητα των δήμων έφθασε σε νέα έξαρση. Οι διαρκώς οξυνόμενες κοινωνικές και θρησκευτικές αντιθέσεις οδήγησαν σε εσωτερικές συγκρούσεις και συχνές αναταραχές ανάμεσα στους Βενέτους και τους Πρασίνους σε όλες τις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας. Στον στρατό μειώθηκε αισθητά η πειθαρχία και έγιναν πολλές φορές ανοικτές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, που εντάθηκαν με την περικοπή του μισθού των στρατιωτών. Έτσι η βαθειά αναταραχή που επικρατούσε γενικά στο κράτος επεκτάθηκε και στο εξαντλημένο στράτευμα, που αποθαρρύνθηκε από το αδιέξοδο του ατελείωτου πολέμου. Όταν λοιπόν το 602 έλαβε πάλι τη διαταγή να παραχειμάσει στις θέσεις του πέρα από τον Δούναβη, ο στρατός επαναστάτησε. Ο Φωκάς, ένας αμόρφωτος υπαξιωματικός, ανακηρύχθηκε αρχηγός και προχώρησε εναντίον της Κωνσταντινουπόλεως επικεφαλής των στασιαστών στρατιωτών. Ταυτόχρονα ξέσπασε η επανάσταση και μέσα στην πρωτεύουσα, όταν οι Πράσινοι και οι Βένετοι συνενώθηκαν στον αγώνα εναντίον της κυβερνήσεως. Ο Μαυρίκιος ανατράπηκε και ο Φωκάς ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας με τη συγκατάθεση της συγκλήτου.
(Από την Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους του Georg Ostrogorsky)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου