IRA σημαίνει Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός, η οργάνωση που κέρδισε το σεβασμό ολόκληρου του κόσμου.. - Historical Report

Historical Report

History & Anthropology Studies

Science for all

Φωτογραφία του χρήστη Historical Report.

Post Top Ad

Responsive Ads Here

Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

IRA σημαίνει Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός, η οργάνωση που κέρδισε το σεβασμό ολόκληρου του κόσμου..


Ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός (ιρλανδικά: Óglaigh na hÉireann) ή εν συντομία ΙΡΑ (IRA) ήταν ανεπίσημη ένοπλη στρατιωτική οργάνωση που έδρευε στην Ιρλανδία και είχε ως αρχικό στόχο την πλήρη ανεξαρτητοποίηση (οικονομική και διοικητική) αυτής από τη Μεγάλη Βρετανία και την ίση μεταχείριση προτεσταντών και καθολικών και, στη συνέχεια, την προσκόλληση της Βορείου Ιρλανδίας, στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.

Ο ΙΡΑ ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1919, διαδεχόμενος την ένοπλη οργάνωση Ιρλανδοί Εθελοντές (Irish Volunteers), η οποία είχε ιδρυθεί το 1913. Πολλά από τα τότε μέλη της ήταν -ταυτόχρονα- και μέλη του Ιρλανδικού Εθνικιστικού Κόμματος,Σιν Φέιν (Sinn Féin). Παρά την εμπλοκή των εθνικιστών, ο ΙΡΑ δρούσε ανεξάρτητα από το κόμμα και σπάνια είχε πολιτική επιρροή.

         Κατά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας (1919-1921), ο ΙΡΑ εφήρμοσε τακτικές ανταρτοπολέμου, στήνοντας ενέδρες, κάνοντας επιδρομές και προκαλώντας δολιοφθορές, με ομάδες των 15 έως 30 μελών. Την 21η Νοεμβρίου του 1920, μέλη του ΙΡΑ δολοφόνησαν δεκατέσσερις Βρετανούς πράκτορες και Ιρλανδούς συνεργάτες τους, στο Δουβλίνο. Οι Βρετανοί απάντησαν ανοίγοντας πυρ ενάντια σε πλήθος που παρακολουθούσε ποδοσφαιρικό αγώνα σκοτώνοντας δεκαπέντε άτομα, ενώ άλλοι τρεις Ιρλανδοί πολιτικοί κρατούμενοι βρέθηκαν νεκροί στο Κάστρο του Δουβλίνου, το οποίο, εκείνη την περίοδο, χρησιμοποιείτο ως φυλακή. Η ημέρα αυτή έμεινε στην ιστορία ως "Ματωμένη Κυριακή" (Bloody Sunday), καθώς βρήκαν το θάνατο συνολικά 32 άνθρωποι. Οι επιτυχίες του ανταρτοπολέμου του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού ανάγκασαν τη βρετανική κυβέρνηση να προχωρήσει σε πολιτική ρύθμιση, η οποία προέβλεπε τη δημιουργία ιρλανδικού κράτους, υπό τη μορφή κτήσης. Παρά την υποχώρηση των Βρετανών, ένα μεγάλο μέρος των μελών της οργάνωσης θεώρησε τους όρους απαράδεκτους. Αυτό δίχασε τα μέλη και τα χώρισε σε δύο στρατόπεδα: το μεν πρώτο, το οποίο υποστήριζε την σύναψη ειρήνης με τους Βρετανούς και το δεύτερο, το οποίο
θεωρούσε ότι, η συμφωνία έπρεπε να γίνει μόνο με ευνοϊκότερους όρους και πως, σε διαφορετική περίπτωση, ο ένοπλος αγώνας έπρεπε να συνεχιστεί. Η πρώτη παράταξη δημιούργησε τον επίσημο τακτικό στρατό του Ελεύθερου Ιρλανδικού Κράτους (Irish Free State Army) και η δεύτερη παράταξη, η οποία ξεκίνησε να ετοιμάζει ένοπλη αντίσταση ενάντια στην ανεξάρτητη κυβέρνηση ίδρυσε το "Στρατό των Ατάκτων", καθώς τα μέλη της είχαν ονομαστεί "Άτακτοι" (The Irregulars). Ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος, με σφοδρές συγκρούσεις (1922-1923), ο οποίος έληξε μετά από συνθηκολόγηση του Στρατού των Ατάκτων και επικράτηση του τακτικού κρατικού στρατού. Ωστόσο, παρά την ήττα τους οι Άτακτοι δεν παρέδωσαν τα όπλα, ούτε διαλύθηκαν ως οργάνωση, επιδιώκοντας να πραγματοποιήσουν το όραμά τους για μια ενιαία και δημοκρατική Ιρλανδία, το οποίο θα επέβαλλαν ακόμη και με τη βία.
Το 1931, η οργάνωση κηρύχθηκε παράνομη από την κυβέρνηση της Ιρλανδίας, καθώς διαρκώς στρατολογούσε νέα μέλη, τα οποία εκπαιδεύονταν και εκγυμνάζονταν στους κόλπους αυτής και δημιουργούσαν αρκετές φορές επεισόδια. Το 1936, ο ΙΡΑ κηρύχθηκε παράνομος για δεύτερη φορά. Το 1939, πραγματοποίησε μια σειρά βομβμιστικών επιθέσεων επί αγγλικού εδάφους, με αποτέλεσμα η ιρλανδική Βουλή των Αντιπροσώπων (Ντάιλ Έιριν) να αποφασίσει να λάβει ακόμα σκληρότερα μέτρα ενάντια στην οργάνωση, συμπεριλαμβανομένης της κράτησης χωρίς δίκη. Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα μέλη του ΙΡΑ προκαλούσαν πολλά προβλήματα στην κυβέρνηση του κράτους, η οποία εκτέλεσε πέντε ηγετικά και φυλάκισεπολλά άλλα στελέχη της οργάνωσης.
Τον Δεκέμβριο του 1948, η Ιρλανδία μετατράπηκε σε ανεξάρτητη δημοκρατία, αποχωρώντας από τη Βρετανική Κοινοπολιτεία. Αφού, λοιπόν, η Ιρλανδία δεν αποτελούσε πια κτήση της Μεγάλης Βρετανίας και είχε γίνει ανεξάρτητο κράτος, οι βλέψεις της οργάνωσης στράφηκαν στο μικρό κομμάτι του νησιού, στα βορειοανατολικά, το οποίο είχε παραμείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Κατά τις δεκαετίες του '50 και του '60, υπήρξαν κάποιες ενέργειες στη Βόρεια Ιρλανδία, από πλευράς ΙΡΑ, όμως, δεν υπήρξε ανταπρόκριση από τους Ιρλανδούς της περιοχής. Στα τέλη της δεκαετίας του '60, οι ρωμαιοκαθολικοί του Ώλστερ, ξεκίνησαν διαδηλώσεις ενάντια των διακρίσεων στο δικαίωμα ψήφου, στη στέγαση και στην απασχόληση, με τον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό να τούς στηρίζει ενεργά.
Aυτή η ενέργεια επανέφερε το διχασμό στις τάξεις του ΙΡΑ (η κύρια διαφωνία ήταν ο βαθμός χρήσης βίας στις διαδηλώσεις), με αποτέλεσμα τα μέλη του να χωριστούν εκ νέου σε δύο παρατάξεις, έπειτα από συνέδριο του Σιν Φέιν, το 1969: την λεγόμενη "επίσημη" (official) και την λεγόμενη "προσωρινή" (provisional). Τα μέλη της προσωρινής πτέρυγας (Πρόβος - Provos) τάχθηκαν υπέρ της τρομοκρατίας, καθώς αποτελούσαν, κυρίως, τα νεαρότερα ηλικιακά και μαχητικότερα μέλη της οργάνωσης. Στις αρχές της δεκαετίας του '70, οι Πρόβος εξαπέλυσαν πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις, οι οποίες κόστισαν τη ζωή σε πολλούς Βρετανούς στρατιωτικούς και πολίτες, ενώ άφησαν πίσω τους και αρκετούς τραυματίες. Μεταξύ 1973 και 1975, η δράση των Πρόβος μειώθηκε, όμως, στο επόμενο διάστημα, η "προσωρινή" πτέρυγα του ΙΡΑ ξεκίνησε, και πάλι, τις βομβιστικές επιθέσεις, για να τραβήξει την προσοχή της κοινής γνώμης. Στις 20 Ιουλίου του 1981, εξερράγη μια βόμβα του ΙΡΑ στο Χάυντ Παρκ του Λονδίνου, η οποία σκότωσε τρεις άνδρες της έφιππης βασιλικής φρουράς και τραυμάτισε άλλους 23 ανθρώπους. Σχεδόν ταυτόχρονα, μια δεύτερη βόμβα του ΙΡΑ εξερράγη, η οποία σκότωσε έξι μέλη της στρατιωτικής φιλαρμονικής. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, μια παραφυάδα του ΙΡΑ, ο Ιρλανδικός Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός (Irish National Liberation Army) ανέλαβε την ευθύνη για την βόμβα που εξερράγη σε μπαρ, στη Βόρειο Ιρλανδία, και σκότωσε 11 Βρετανούς στρατιώτες. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1974, βόμβα του ΙΡΑ εξερράγη στο Γκραν Οτέλ του Μπράιτον, στο οποίο διέμεναν μέλη της τότε κυβέρνησης του Συντηρητικού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένης της πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ, προκαλώντας τεράστιες υλικές ζημιές, οδηγώντας στο θάνατο πέντε ανθρώπους και τραυματίζοντας, παράλληλα, πολλούς ακόμα. Ανάμεσα στους τραυματίες ήταν και ο υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας, Νόρμαν Τέμπιτ. Το 1990, υπήρξε νέος διχασμός στις τάξεις του ΙΡΑ, από τον οποίο προέκυψε ο "Πραγματικός ΙΡΑ" (Real IRA), ο οποίος αποτελείτο, κυρίως, από τα περισσότερο σκληροπυρηνικά μέλη της οργάνωσης. Στον Πραγματικό IRA αποδίδονται οι ευθύνες για τη βομβιστική επίθεση στο Όμα, το 1998 και στο Λονδίνο, το 2001
Στις 1 Μάρτη του 1981, ξεκίνησε μια νέα απεργία πείνας. Ο 27χρονος Μπόμπι Σαντς, ένας από τους ηγέτες του ΙΡΑ, ήταν ο πρώτος που αρνήθηκε παίρνει τροφή. Οι απεργοί πείνας ήξεραν ότι κατά πάσα πιθανότητα θα πεθάνουν καθώς η Θάτσερ, πρωθυπουργός τότε της Βρετανίας, είχε δημόσια απορρίψει κάθε συμβιβασμό. Ο Mπόμπι Σαντς είχε δηλώσει: «Δεν θα με σπάσουν καθώς η επιθυμία για ελευθερία και για την ελευθερία του Ιρλανδικού λαού βρίσκεται στην καρδιά μου. Θα φθάσει η μέρα όπου όλος ο λαός της Ιρλανδίας θα έχει την επιθυμία για ελευθερία. Τότε θα αλλάξουν τα πράγματα».Επίσης, ο ίδιος είχε εξηγήσει γιατί οι Ρεπουμπλικάνοι κρατούμενοι πολέμου ήταν πολιτικοί κρατούμενοι, κάτι για το οποίο άλλωστε πάλευαν:«Πιστεύω και στηρίζω το θεόσταλτο δικαίωμα του Ιρλανδικού έθνους στην κυρίαρχη ανεξαρτησία και το δικαίωμα κάθε Ιρλανδού και Ιρλανδής να στηρίξει αυτό το δικαίωμα με την ένοπλη επανάσταση».Ο Σαντς ήταν ένας μεγάλος αγωνιστής και πήγε φυλακή για πρώτη φορά στα 17 του για τις δραστηριότητες του στον ΙRΑ. Το υπόλοιπο της ζωής του, πέρα από μια σύντομη περίοδο έξι μηνών, το πέρασε στις φυλακές όπου διάβασε πολύ, ιδιαίτερα τα κείμενα του Τσε Γκεβάρα.Λίγο πριν την έναρξη της απεργίας, ο ανεξάρτητος Ιρλανδός βουλευτής Tyrone πέθανε. Ο Σαντς ήταν υποψήφιος για τη θέση του μακαρίτη βουλευτή και εκλέχτηκε τελικά στις 9 Απριλίου του 1981 κερδίζοντας με 30.492 ψήφους τον φιλοβρετανό υποψήφιο Γουέστ. Μετά από τρεις βδομάδες, στις 12 Μαΐου του 1981 και ύστερα από 66 μέρες απεργίας πείνας, ο Σαντς πεθαίνει στο νοσοκομείο της φυλακής. Η ανακοίνωση του θανάτου του προκαλεί την οργή των Ιρλανδών και ταραχές στους δρόμους της Βόρειας Ιρλανδίας. Στην κηδεία το φέρετρο του Σαντς το ακολουθούν 100.000 άνθρωποι. Μια γκάιντα στην κεφαλή της νεκρώσιμης πορείας έπαιζε ένα τραγούδι που έγινε δημοφιλές από τους υποστηρικτές των απεργών πείνας: «Δεν θα φορώ του κατάδικου τη στολή, πειθήνια δεν θα υπηρετήσω την ποινή μου, και ας αποκαλεί η Βρετανία τον αγώνα της Ιρλανδίας 800 έτη εγκλήματος».
Το καλοκαίρι πέθαναν ακόμα 9 απεργοί πείνας. Τα ονόματα τους ήταν: Francis Hughes, Patsy O’Hara, Raymond McCreesh, Joe McDonnell, Martin Hurson, Kevin Lynch, Kieran Doherty, Thomas McElwee και Michael Devine.Στα τέλη του καλοκαιριού η απεργία πείνας άρχισε να σπάει καθώς ο Καθολικός κλήρος πέτυχε να πείσει τις οικογένειες των κρατουμένων που είχαν χάσει τις αισθήσεις τους να τους ταΐσουν ενδοφλεβικά. Αφού συνέβη αυτό μ' έναν αριθμό κρατουμένων, ο ΙRΑ και ο INLA σταμάτησαν την απεργία μετά από 217 μέρες, στις 3 Οκτώβρη του 1981.
Στη συνέχεια, η Βρετανική κυβέρνηση ικανοποίησε τα αιτήματα των απεργών πείνας, «σιωπηλά» και χωρίς ποτέ όμως να τους θεωρήσει πολιτικούς κρατούμενους.Μετά από απεργίες πείνας, το 1981, οι οποίες κόστισαν τη ζωή σε δέκα Ρεπουμπλικανούς, οι οκτώ εκ των οποίων ήταν μέλη του ΙΡΑ, οι ηγέτες του Σιν Φέιν, Τζέρρυ Άνταμς και Μάρτιν ΜακΓκίνες προσπάθησαν να πολιτικοποιήσουν την οργάνωση, έχοντας απώτερο σκοπό τα μέλη της να μπορούν να μετέχουν σε πολιτικές συζητήσεις, κάτι το οποίο κατάφεραν σε συνεργασία με τον ηγέτη του Σοσιαλδημοκρατικού και Εργατικού Κόμματος, Τζων Χιουμ, τον Αύγουστο του1994, οπότε και ο ΙΡΑ κήρυξε "πλήρη κατάπαυση οποιασδήποτε στρατιωτικής δράσης". Δύο μήνες μετά, την παύση του πυρός από πλευράς τους, κήρυξαν και οι ενωτικοί προτεστάντες παραστρατιωτικοί. Ωστόσο, οι υποσχέσεις για εκπροσώπηση σε πολυμερείς συζητήσεις προς το Σιν Φέιν και τα πρώην μέλη του ΙΡΑ δεν τηρήθηκαν, λόγω της απαίτησης των ενωτικών για πλήρη αφοπλισμό του ΙΡΑ, με αντάλλαγμα το δικαίωμα συμμετοχής του Σιν Φέιν σε αυτές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια νέα βομβμιστική επίθεση από τον ΙΡΑ στο Ντόκλαντς του Λονδίνου, η οποία σκότωσε δύο ανθρώπους. Τον Ιούλιο του 1997, τα μέλη του ΙΡΑ κήρυξαν εκ νέου κατάπαυση του πυρός, δεχόμενα τους όρους του αφοπλισμού και ορκιζόμενα να τηρήσουν τις αρχές της μη βίας. Έτσι, δύο μήνες μετά, τούς επιτράπηκε η συμμετοχή σε πολιτκές συζητήσεις. Τον Απρίλιο του 1998, υπογράφηκε η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, σύμφωνα με την οποία θα προέκυπτε νέα κυβέρνηση στη Βόρεια Ιρλανδία, μέσω μιας ημιαυτόνομης εθνοσυνέλευσης, στην οποία θα συμμετείχαν κόμματα και προτεσταντών και καθολικών και ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός θα αφοπλιζόταν πλήρως. Ωστόσο, η Εθνοσυνέλευση διαλύθηκε, λόγω αλληλοκατηγοριών.Οι Ιρλανδοί ρεπουμπλικανοί συμφώνησαν, τελικά, με την παραμονή της Βορείου Ιρλανδίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, για όσο το επιθυμούσε η πλειοψηφία των κατοίκων της, αλλά τα μέλη του ΙΡΑ αρνήθηκαν να αχρηστεύσουν το σύνολο του οπλοστασίου της οργάνωσης. Το

Δεκέμβριο του 2004, τα ηγετικά μέλη του ΙΡΑ πρότειναν την ολοκλήρωση του αφοπλισμού τους, όμως οι προτεστάντες απαίτησαν φωτογραφική τεκμηρίωση, κάτι που δεν έγινε δεκτό από την οργάνωση, η οποία έκανε λόγο για "απαράδεκτο εξευτελισμό". Στα τελευταία χρόνια δράσης του, ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός έτεινε να μετατραπεί σε μια αποκλειστικά εγκληματική οργάνωση, ιδιαίτερα μετά τη ληστεία της τράπεζας Northern Bank, το Δεκέμβριο του 2004, στο Μπέλφαστ και τη δολοφονία του ρωμαιοκαθολικού Ρόμπερτ ΜακΚάρτνυ, τον Ιανουάριο του2005, επίσης στο Μπέλφαστ. Στις 28 Ιουλίου του 2005, ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός κήρυξε τον τερματισμό οποιασδήποτε ένοπλης ενέργειας και ανακοίνωσε πως, στο μέλλον, θα προσπαθούσε να επιτύχει τους στόχους του μόνο με ειρηνικά μέσα Ο Τζέρρυ Άνταμς χαρακτήρισε την απόφαση αυτή "θαρραλέα και αξιόπιστη".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Post Bottom Ad

Responsive Ads Here